Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2015

Για ποια ακριβώς ψηφιακή τηλεόραση μιλάνε;

Το editorial του τεύχους «Ψηφιακή Τηλεόραση» Φεβρουαρίου
    Δεν είναι μόνο η αναβολή επάνω στην αναβολή στη διαδικασία της ψηφιακής μετάβασης που για την Ελλάδα ξεκίνησε δοκιμαστικά το 2009, κανονικά μετά από διαγωνισμό, το 2014 και ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί. Αν δε αληθεύουν οι διάφορες φήμες που κυκλοφορούν κείθε κακείθεν, θα φθάσουμε σίγουρα τον Ιούνιο του 2015 και ακόμη δεν θα έχει ολοκληρωθεί σε ολόκληρη τη χώρα.

Δηλαδή για την Ελλάδα απαιτήθηκαν έξι ολόκληρα χρόνια για να μετατραπεί το αναλογικό σήμα σε ψηφιακό! Γιατί για αυτό ακριβώς πρόκειται στην περίπτωση μας. Η περίφημη ψηφιακή μετάβαση για την οποία τόσοι τόνοι μελανιού χύνονται είναι επί της ουσίας της η απλή μετατροπή του αναλογικού τηλεοπτικού σήματος σε ψηφιακό.

Ούτε ψηφιακή τηλεόραση έχουμε, ούτε καν υψηλής ευκρίνειας σήμα. Εντάχθηκε ένας Ηλεκτρονικός Οδηγός Προγράμματος στο σύστημα και νομίζουν οι πολίτες πως αυτό είναι η ψηφιακή τηλεόραση. Να διαβάζουν επί της οθόνης το πρόγραμμα που ακολουθεί. Κι αυτό που πρακτικά έγινε με τα τελευταία switch off είναι να καθιερωθούν εν έτει 2015, δυο κατηγορίες πολιτών, αυτοί που έχουν πρόσβαση στο ψηφιακό σήμα και αυτοί που δεν έχουν καθόλου τηλεοπτικό σήμα. Οι δεύτεροι βέβαια είναι πληθυσμιακά η μικρότερη ομάδα. Για αυτό και ελάχιστοι ενδιαφέρονται, για αυτό και η φωνή τους δεν φθάνει στο κέντρο λήψης των αποφάσεων.


Το βέβαιο είναι πως ούτε ψηφιακή τηλεόραση έχουμε. Γιατί ψηφιακή τηλεόραση είναι η αλλαγή συνολικά του τρόπου εκπομπής, παραγωγής και μετάδοσης της εικόνας. Οι μεγάλες δυνατότητες που προσφέρει η νέα τεχνολογία στην (εν μέρει αρχικά) διαδραστική λειτουργία του Μέσου της τηλεόρασης. Η δυνατότητα άμεσης μετεξέλιξης της με την πιθανή διασύνδεση των οθονών απευθείας με το Διαδίκτυο. Η δυνατότητα των broadcasting ως πάροχοι δικτύου να αναπτύξουν άλλες υπηρεσίες, από ενημερωτικές έως και εμπορικές, για να μεταδίδονται, εκπέμπονται από τις ψηφιακές συχνότητες. Η δυνατότητα διασύνδεσης διαφορετικών τεχνικών πρωτόκολλων προς όφελος της διαδραστικότητας του Μέσου.

Αυτό είναι ψηφιακή τηλεόραση. Και πολλά ακόμη βέβαια για τα οποία σκυθρωποί διαβάζουμε στα διεθνή ειδικά Μέσα. Σκυθρωποί γιατί εδώ στη χώρα μας έχουμε βαφτίσει «ψηφιακή τηλεόραση» και το πιστεύουμε κιόλας, θεωρούμε σχεδόν ως μείζονα άθλο ό,τι επιτέλους σε μερικούς μήνες θα σβήσει οριστικά το αναλογικό σήμα της τηλεόρασης και θα εκπέμπεται με μετατροπή σε ψηφιακό! Ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για μια απλή μετατροπή του τηλεοπτικού σήματος. Και σε αυτή έχουν προσθέσει τη δυνατότητα εκπομπής και μεταφοράς των ραδιοφωνικών σημάτων. Και την υποχρέωση παροχής του EPG. Μέχρι εκεί.

Για όλα αυτά απαιτήθηκαν έξι συνολικά χρόνια, ανάπτυξης δικτύων, ετοιμασίες εταιρειών, δεκάδων νόμων, υπουργικών αποφάσεων και δεκάδων ακόμη ρυθμίσεων σε σχετικά και άσχετα νομοσχέδια. Για να φθάσουμε στο παραπέντε και πάλι να μην έχει ολοκληρωθεί ούτε καν αυτή η απλή μετατροπή του αναλογικού σήματος σε ψηφιακό.

Η αναζήτηση ευθυνών δεν είναι η καλύτερη λύση εδώ που βρισκόμαστε σήμερα. Τουλάχιστον όμως ας αναγνωριστεί η απίστευτη ψηφιακή φτώχεια καταστάσεων και εξελίξεων και ας μπουν νέοι στόχοι. Όπως όλα δείχνουν ούτε αυτό πρόκειται να συμβεί. Γιατί οι ανεξάρτητοι, εντός πολλών εισαγωγικών, θεσμοί που θα έπρεπε να εποπτεύουν το ψηφιακό φάσμα εξυπηρετώντας τους πολίτες, δείχνουν πως μέλημα τους είναι να συνομιλούν και να εξυπηρετούν τους πολιτικούς και επιχειρηματικούς συνομιλητές τους. Αναφερόμαστε βέβαια στην Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών η οποία συνέταξε τους όρους της «ψηφιακής μετάβασης» και στο Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης το οποίο αποφασίζει όπως προστάξει πάντα η πολιτική εξουσία.

Διαβάζοντας τις συμβάσεις που υπογράφουν οι περιφερειακοί σταθμοί με τον πάροχο δικτύου της Digea για παράδειγμα, μαθαίνουμε πως οι σταθμοί απαγορεύεται να ζητήσουν περισσότερο χώρο ώστε να αναπτύξουν άλλες υπηρεσίες. Και εδώ είναι το περίεργο. Η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών αναφέρει στη σύμβαση της με τη Digea, η οποία δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, ότι επιτρέπεται η ανάπτυξη άλλων, «διαδραστικών» υπηρεσιών σε ποσοστό έως 10% του συνολικού περιεχομένου που μεταφέρεται ψηφιακά.

Πηγή: Αναδημοσίευση από τη σελίδα   digitaltvinfo.gr.